κλασματήρας

κλασματήρας
ο
φιάλη σφαιρικού σχήματος που χρησιμοποιείται στα εργαστήρια για εκτέλεση τών κλασματικών αποστάξεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αμάρτυρο *κλασματῶ (< κλάσμα, -τος) + κατάλ. -τήρ(ας). Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. fractionator].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”